Ελλάδα: Ιδανικός τόπος για βιώσιμη ενέργεια

Ιδανική χώρα για ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών ενέργειας από τα γνωστά σε όλους μας φωτοβολταϊκά πάρκα μέχρι πλωτά αιολικά πάρκα θεωρείται η χώρα μας, συγκεντρώνοντας το βλέμμα εγχώριων και διεθνών επενδυτών κάθε μεγέθους.

Ποιες «ταιριάζουν» στην χώρα μας

Ποιες όμως είναι οι βασικές μορφές ΑΠΕ, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αποδοτικά στην Ελλάδα; Ο καθηγητής Λεωνίδας Ντζιαχρήστος, από το Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), σε πρόσφατη συνέντευξη του στο ΑΠΕ/ΜΠΕ επισήμανε ότι η ηλιακή ενέργεια, που περιλαμβάνει τα φωτοβολταϊκά και τα ηλιοθερμικά συστήματα είναι μια από τις βασικές μορφες ΑΠΕ.

Πρόκειται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από τον ήλιο στην περίπτωση των φωτοβολταϊκών και την απευθείας χρήση του ήλιου είτε για να θερμάνουμε νερά χρήσης είτε να ζεστάνουμε έναν χώρο ή μια βιομηχανική παραγωγή, στην περίπτωση των ηλιοθερμικών.

Τα ηλιοθερμικά έχουν μεγάλη σημασία για την Ελλάδα, γιατί έχουμε βιομηχανική παραγωγή τους στη χώρα (ηλιακά θερμικά, ηλιακούς θερμοσίφωνες κτλ) και μάλιστα είμαστε σε πολύ καλό επίπεδο διεθνώς. Άρα δεν πρέπει να τα ξεχνάμε και να μιλάμε μόνο για τα φωτοβολταϊκά. Υπάρχει δε πολύ μεγάλο περιθώριο να επεκταθεί η χρήση των ηλιοθερμικών στον αστικό ιστό, είπε μεταξύ άλλων.

Άλλες μορφές ΑΠΕ που ταιριάζουν στην χώρα μας όπως είπε ο καθηγητής είναι:

Η αιολική, που χρησιμοποιεί τη δύναμη του ανέμου, από τις πρώτες που αξιοποίησε ο άνθρωπος, με τους ανεμόμυλους.

Σήμερα είναι μια πολύ ώριμη τεχνολογία, που χρησιμοποιείται ευρέως είτε επί εδάφους είτε στο θαλάσσιο περιβάλλον, onshore και με τα offshore πάρκα ανεμογεννητριών και υπάρχει ακόμα σημαντικό δυναμικό. Και σε αυτή την περίπτωση βέβαια, όπως και με τα φωτοβολταϊκά, ο εξοπλισμός είναι εισαγωγής, γερμανικός, δανέζικος και νορβηγικός.

Η ενέργεια από υδατοπτώσεις, που προέρχεται είτε από μεγάλους ταμιευτήρες νερού (φράγματα) είτε από μικρά υδροηλεκτρικά. Υπάρχουν βέβαια ερωτήματα ως προς την αειφορικότητα των μεγάλων ταμιευτήρων.

Π.χ., η Αλβανία στοχεύει να κάνει φράγματα για να αξιοποιήσει την ενέργεια από τα ποτάμια, γεγονός που προκαλεί ανησυχία στην Ήπειρο ως προς την επάρκεια νερού για την άρδευση των καλλιεργειών.

Επιπλέον, η συγκέντρωση τόσο μεγάλων ποσοτήτων νερού στα βουνά, προκαλεί μεγάλες αλλοιώσεις, όπως διαβρώσεις εδάφους και αλλάζει το μικροκλίμα της περιοχής. Τα μεγάλα φράγματα μπορείς να τα χρησιμοποιήσεις μέχρι έναν βαθμό, αλλά από ένα σημείο και μετά, αρχίζεις και μεταβάλλεις τη φυσική ισορροπία.

Οι μικροί υδροηλεκτρικοί σταθμοί αντίθετα, έως 10 MW, δεν απαιτούν μεγάλη συγκέντρωση νερού. Δημιουργούνται σε ρέματα και μικρά ποτάμια και δεν δεσμεύεται μεγάλη επιφάνεια για τη δημιουργία τους. Έχουμε αρκετά τέτοια έργα στον ορεινό όγκο της Ελλάδας, κάτι που είναι αειφορικό. Ένας τέτοιος σταθμός θα μπορούσε να καλύψει τις ανάγκες ενέργειας τριών-τεσσάρων ορεινών χωριών της περιοχής όπου βρίσκεται.

Σε ορεινές απομακρυσμένες περιοχές, αυτοί οι σταθμοί θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε μεγάλο βαθμό, γιατί μεταξύ άλλων παράσχουν συνεχή ισχύ, που δεν εξαρτάται από την ηλιοφάνεια ή το αν φυσάει. Κι όλα τα χιόνια, από τις αρχές Μαρτίου μέχρι τα τέλη Ιουνίου, ρέουν στα ρυάκια και υπάρχει ρεύμα.

Δυστυχώς βέβαια, στην Ελλάδα οι χιονοπτώσεις έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της κλιματικής αλλαγής και αυτό είναι ένα πρόβλημα, ο επενδυτής πάντα θα διερωτάται αν η επένδυσή του θα αποδίδει και σε 30-40 χρόνια από σήμερα. Εκεί είναι η δυσκολία. Αντίθετα, στην Αυστρία και τη Νορβηγία, 70%-80% του δυναμικού τους καλύπτεται από πολλά μικρά και λιγότερα μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα.

Η ενέργεια από βιομάζα. Για την παραγωγή της μπορούμε να αξιοποιήσουμε μορφές βιομάζας, που αν δεν τις αξιοποιούσαμε, θα ρύπαιναν πολύ περισσότερο.

Π.χ., στους Ταγαράδες στη Θεσσαλονίκη έχουμε παραγωγή ενέργειας αξιοποιώντας την αποικοδόμηση της βιομάζας στη χωματερή. Αν δεν την αξιοποιούσαμε, τα αέρια που θα παράγονταν από την αποικοδόμηση απορριμμάτων, θα κατέληγαν στην ατμόσφαιρα και θα τη ρύπαιναν. Τώρα, παράγουμε ενέργεια και ταυτόχρονα μειώνουμε τη ρύπανση του περιβάλλοντος, αξιοποιώντας βιομάζα που διαφορετικά θα ήταν πλήρως άχρηστη.

Υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι αξιοποίησης της βιομάζας, μεταξύ των οποίων η καύση που συναντά τις περισσότερες αντιδράσεις από τις τοπικές κοινωνίες και η αεριοποίηση, όπου δεν καις τη βιομάζα, αλλά παράγεις βιοαέριο από αυτή. Έτσι, πχ, από ένα θερμοκήπιο ή εκκοκκιστήριο ή έναν αμπελώνα σε μια απομακρυσμένη περιοχή, ό,τι απομένει μπορεί να ξηρανθεί, να γίνει η αεριοποίησή του και να παραχθεί τοπικά ηλεκτρική ενέργεια και θερμότητα, πχ, για τα θερμοκήπια, κάτι που δεν έχει καμία αρνητική επίδραση στο περιβάλλον. Η αεριοποίηση, βέβαια, είναι ακριβότερη από την καύση.

Η παλιρροϊκή/κυματική ενέργεια, από τα κύματα της θάλασσας. Η μορφή αυτή ενέργειας έχει το πρόβλημα ότι είναι πάρα πολύ ασταθής, μπορούμε να έχουμε πολύ μεγάλη μεταβολή ακόμα και στη διάρκεια της ίδιας ημέρας.

Η αβαθής γεωθερμία, με την οποία εκμεταλλευόμαστε τη θερμοκρασία του εδάφους. Στα 50 μέτρα κάτω από την επιφάνεια, το έδαφος έχει τη μέση θερμοκρασία του αέρα στη διάρκεια του έτους. Προτείνω λοιπόν σε όλους όσοι χτίζουν μια μονοκατοικία, να σκεφτούν να εγκαταστήσουν την υποδομή για την αβαθή γεωθερμία, μέσω της οποίας επιτυγχάνεται οικονομία της τάξης του 80%. Για την κάλυψη των αναγκών ενός σπιτιού 200 τ.μ χρειάζεται να αξιοποιηθεί υπογείως μια έκταση εδάφους περίπου 100 τ.μ.

Comments are closed.